Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου
Ανάσταση της κόρης του Ιαείρου
Θεραπεία της αιμορροούσας
«Όταν πέρασε ο Ιησούς με το πλοιάριο στην απέναντι όχθη της λίμνης Γενησαρέτ, συγκεντρώθηκε πολύς κόσμος γύρω του. Έρχεται τότε ένας από τους άρχοντες της συναγωγής (η συναγωγή ήταν ναός των Ιουδαίων), που λεγόταν Ιάειρος. Μόλις βλέπει τον Ιησού, έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε θερμά λέγοντας: «Η κορούλα μου βρίσκεται στα τελευταία της. Έλα να βάλεις τα χέρια σου πάνω της για να γιατρευτεί και να ζήσει». Ο Ιησούς έφυγε μαζί του.
Τον ακολουθούσε πολύς κόσμος που τον περιέβαλλε ασφυκτικά. Ανάμεσα τους ήταν και μια γυναίκα που υπέφερε από αιμορραγία 12 χρόνια. Είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της σε θεραπείες, σε πολλούς γιατρούς, χωρίς να δει καμιά βελτίωση. Αντίθετα είχε γίνει πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για τον Ιησού, ήρθε μέσα στον κόσμο πίσω του κι άγγιξε το ρούχο του. «Και μόνο να αγγίξω τα ρούχα του» έλεγε μέσα της, «θα σωθώ». Η αιμορραγία της σταμάτησε αμέσως κι αισθάνθηκε ότι θεραπεύτηκε από την ασθένεια που τη βασάνιζε.
Ταυτόχρονα ο Ιησούς στράφηκε στον κόσμο και είπε: «Ποιος άγγιξε τα ρούχα μου;» Οι μαθητές του έλεγαν: «Δεν βλέπεις τον κόσμο που σε περιβάλλει ασφυκτικά και ρωτάς ποιος σε άγγιξε;» Η γυναίκα τότε φοβισμένη και τρομαγμένη, ξέροντας αυτό που της συνέβη, ήρθε και έπεσε στα πόδια του Ιησού και του είπε όλη την αλήθεια. Ο Ιησούς της είπε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε στο καλό. Είσαι θεραπευμένη από την αρρώστια σου».
Ενώ ακόμα ο Χριστός μιλούσε, έρχονται άνθρωποι του άρχοντα της Συναγωγής και του λένε: «Η κόρη σου πέθανε. Μην ενοχλείς τον δάσκαλο». Ο Ιησούς είπε στον άρχοντα της συναγωγής: «Εσύ μη φοβάσαι. Μόνο πίστευε». Έρχονται στο σπίτι του άρχοντα και βλέπουν τους ανθρώπους να κλαίνε και να οδύρονται δυνατά. Ο Ιησούς τους έβγαλε έξω και πήρε μαζί του τους 3 μαθητές, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη και τον πατέρα με τη μητέρα του παιδιού. Μπαίνει εκεί που ήταν το παιδί ξαπλωμένο. Το πιάνει από το χέρι και του λέει: «Κορίτσι, σήκω». Το πνεύμα της επέστρεψε και σηκώθηκε αμέσως και περπατούσε. Ήταν δώδεκα χρονών. Όλοι τότε κυριεύτηκαν από μεγάλη κατάπληξη. Ο Ιησούς διέταξε να της δώσουν να φάει».
Η πίστη της αιμορροούσας είναι τόσο δυνατή, που μόνο με το άγγισμα στα ρούχα του Ιησού θεραπεύεται. Ο Ιησούς αισθάνεται τη δύναμη που εξέρχεται από πάνω του. Τη βεβαιώνει, ότι η θεραπεία της ήταν αποτέλεσμα της πίστεως της.
Ο θάνατος της κόρης του Ιαείρου, είναι σωματικός, φυσικός ή όπως θα λέγαμε σήμερα βιολογικός. Δεν είναι πνευματικός θάνατος, από τον οποίο θα λυτρώσει ο Χριστός με τη Σταύρωση και την Ανάσταση του τον άνθρωπο. Στην προκειμένη περίπτωση, ως κύριος της ζωής και του θανάτου, επαναφέρει με το λόγο του το πνεύμα του παιδιού και του χαρίζει τη ζωή, αφού ο ίδιος είναι η ζωή και η πηγή της ζωής.
Η αποστολή των 12 μαθητών
«Ο Ιησούς κάλεσε τους 12 μαθητές του και τους έδωσε την εξουσία πάνω στα δαιμονικά πνεύματα, για να μπορούν να τα διώχνουν και να θεραπεύουν κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία. Αυτούς τους 12 τους έστειλε ο Ιησούς να κηρύξουν και τους έδωσε τις εξής παραγγελίες: «Όπου πάτε να κηρύσσετε, να λέτε, πως έφτασε η βασιλεία του Θεού. Να θεραπεύετε τους αρρώστους, να γιατρεύετε τους λεπρούς, να ανασταίνετε τους νεκρούς, να κάνετε καλά τους δαιμονισμένους. Δωρεάν λάβατε αυτά τα χαρίσματα, δωρεάν να τα δίνετε.
Μην πάρετε μαζί σας χρήματα, ούτε τρόφιμα, ούτε άλλα εφόδια. Σ’ όποια πόλη ή χωριό μπαίνετε να εξετάζετε ποιος μπορεί να σας δεχτεί και να μένετε εκεί. Όταν μπαίνετε σ’ ένα σπίτι να χαιρετάτε και να λέτε: «ειρήνη σ’ αυτό το σπίτι». Κι αν το σπίτι το αξίζει, η ειρήνη θα πάει σ’ αυτούς που το κατοικούν. Αν δεν το αξίζουν, η ειρήνη που θα πείτε, θα επιστρέψει σ’ εσάς.
Όποιος δεν σας δεχτεί και δεν ακούσει τα λόγια σας, όταν βγείτε έξω απ’ αυτό το σπίτι ή από κείνη την πόλη, τινάξετε και τη σκόνη ακόμη από τα πόδια σας. Σας βεβαιώνω πως την ημέρα της κρίσεως, ο Θεός θα δείξει μεγαλύτερη επιείκεια για τα Σόδομα, παρά για την πόλη εκείνη, που δεν δέχτηκε το λόγο του Θεού».