28 Δεκ 2015

Ανθρωπισμός χωρίς Θεό

Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου

Υπάρχει η αντίληψη σε πολλούς χριστιανούς,, ότι εφόσον γνωρίζουν τη διδασκαλία του Χριστού, είναι αυτό αρκετό. Δηλ. μπορούν να την εφαρμόζουν στη ζωή τους, να είναι καλοί άνθρωποι και να μην έχουν ανάγκη από την Εκκλησία. Περιορίζουν δηλ. τα πάντα στην ηθική ζωή, στην καλή συμπεριφορά, στην αγάπη και την καλοσύνη, στη δικαιοσύνη και τη φιλανθρωπία που έφερε στον κόσμο με τη διδασκαλία του και κυρίως με την επί του Όρους Ομιλία του ο Χριστός.
Με την έννοια αυτή ο Χριστός είναι ένας μεγάλος ηθικός Δάσκαλος. Η Εκκλησία Ηθικολογία και Ανθρωπισμός και η ζωή Καθήκον. Μα αν ο Χριστός δεν είναι Θεός-Θεάνθρωπος, Υιός του Θεού που έγινε Υιός του ανθρώπου, τότε η ζωή δεν ερμηνεύεται, ο θάνατος είναι ένας εφιάλτης και η ύπαρξη του ανθρώπου, χωρίς νόημα.
Εμείς δεν θα ασχοληθούμε μ’ αυτές τις ερμηνείες του ανθρώπου, αλλά θα δούμε την περίπτωση εκείνη που πολλοί υιοθετούν, ότι μπορεί ο άνθρωπος μόνος του ,με τις δικές του δυνάμεις, να τηρήσει τη διδασκαλία του Χριστού, χωρίς τη βοήθεια του Θεού.
Το θέμα για την ορθόδοξη ανθρωπολογία είναι απλό. Ο άνθρωπος πρέπει να αγωνιστεί με όλες τους τις δυνάμεις, σωματικές, ψυχικές και πνευματικές για να επιτύχει κάτι καλό και μια πρόοδο στη ζωή του. Όπως σκάβει τη γη για να του δώσει τροφή, θαλασσοδέρνεται στη θάλασσα για να ζήσει και βγάζει με τον ιδρώτα του και πολλές φορές με το αίμα του το ψωμί του,  έτσι σε όλα τα θέματα της ζωής του πρέπει να αγωνιστεί και να κοπιάσει πολύ. Αυτή είναι και η πρώτη εντολή του Θεού.
Για να μεγαλώσει ένα παιδί θα κλάψει πολύ. Για να μάθει γράμματα θα κοπιάσει και θα πονέσει. Για να ασκήσει ένα επάγγελμα θα ματώσει η ψυχή του. Για να δώσει ευτυχία και χαρά στην οικογένεια του θα κοπιάσει πολύ.  «Τα αγαθά κόποις κτώνται». Τα καλά αποκτώνται με κόπους. Για όλα αυτά πολλές φορές, «δίνει αίμα, για να πάρει πνεύμα». Για όλα χρειάζεται δύναμη και θέληση. Πολύ μυαλό και πύρωμα καρδιάς.
Σε όλα όμως αυτά χρειάζεται τη βοήθεια του Θεού. Χρειάζεται την υγεία του. Από μια κλωστή κρέμεται η ζωή του. Ένα μόριο του εγκεφάλου του να ματώσει, ο πιο σοφός άνθρωπος γίνεται φυτό. Και το σπουδαιότερο, ο μεγαλύτερος αγώνας με πολλές πτυχές και άπειρες δυσκολίες για τον κάθε άνθρωπο, είναι να είναι αληθινός Άνθρωπος με Α κεφαλαίο. Αυτό σημαίνει δίκαιος, να έχει καλοσύνη και αγάπη. Να μην είναι εγωιστής. Να υποτάσσει τα πάθη του. Να μην αισθάνεται κακία και ζήλεια για το συνάνθρωπο του.  Να μη σκοτεινιάζει τη χαρά των άλλων ανθρώπων.  Να μη δηλητηριάζει τη ζωή της κοινωνίας.
Σε όλα αυτά θέλει Θεϊκή βοήθεια και συμπαράσταση. Είναι εκείνο που λέμε στην Εκκλησιαστική γλώσσα «Συνεργία Θεού και ανθρώπου». Ο άνθρωπος απλώνει το χέρι του, στο πάντοτε απλωμένο χέρι του Θεού και παίρνει δύναμη. Είναι τα λόγια του Αποστόλου  Παύλου: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Όλα τα κατορθώνω, με τη δύναμη του Χριστού που με ενδυναμώνει.  
Για το θέμα αυτό και σε απάντηση ορισμένων συνανθρώπων μας που πιστεύουν πολύ στον εαυτό τους και εμπιστεύονται στις δικές τους μόνο δυνάμεις- χωρίς βέβαια να παραβλέπομε ότι η αυτοπεποίθηση είναι μεγάλο και απαραίτητο χάρισμα στον άνθρωπο, για να προκόψει στη ζωή του- θέλομε να τους πούμε με πολλή αγάπη και ειλικρίνεια, ότι υπάρχουν όρια σε πολλά θέματα στη ζωή του ανθρώπου, που όση θέληση και δύναμη να έχει,  δεν μπορεί να τα ξεπεράσει.
Η αναφορά μας θα είναι στον Τολστόη, στον μεγαλύτερο ίσως Ρώσο συγγραφέα, σύγχρονο και εφάμιλλο του Ντοστογιέφσκυ τον οποίο αγαπούσε πολύ. Όταν έφυγε από το σπίτι του άφησε ανοιχτό το βιβλίο του Ντοστογιέφσκυ «Αδελφοί Καραμάζωφ», το οποίο διάβαζε και παράγγειλε: «Πέστε στον Ντοστογιέφσκυ ότι τον αγαπώ πολύ».

Είχε 13 παιδιά. Ήταν πολύ πλούσιος. Με απέραντες περιουσίες. Έζησε όλες τις απολαύσεις της ζωής. Εγκατέλειψε στο τέλος την οικογένεια του και πέθανε σε ένα σιδηροδρομικό σταθμό. Τα καλύτερα του έργα είναι «Πόλεμος και Ειρήνη», «Ανάσταση».   «Άννα Καρένινα», «Πάτερ Σέργιος»,  «ο θάνατος του Εισαγγελέως Ίλιτς»

Χριστιανοί Χωρίς Εκκλησία (Μέρος 10ο)

Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου

Θέλω με πολλή αγάπη, χωρίς παθολογικό εγωισμό, αλλά και χωρίς αρρωστημένη ταπεινολογία, να πω δυο «καρδιακά» λόγια, για το θέμα «Χριστιανοί χωρίς Εκκλησία».  Θέλω δηλ. όσα έγραψα,  να πιστέψουν οι άνθρωποι,  ότι ήταν από την «εν Χριστώ» αγάπη, της ιερατικής μου καρδιάς.  Κανένα δεν ήθελα να πικράνω. Μόνο από τη φλόγα της ιερατικής μου συνείδησης, ήθελα να μιλήσω. Να πω κι εγώ σαν τον Φίλιππο  στον Ναθαναήλ: «Έλα να δεις».  Ελάτε να δείτε, πόσο ωραίος είναι ο Χριστός. Ελάτε να δείτε, πόσο ωραία είναι η Εκκλησία. Ελάτε να ζήσετε, στιγμές του Παραδείσου, πάνω στη γη. Ελάτε να δείτε, πώς κάνει τον άνθρωπο ο Θεός. Ελάτε να ζήσετε μια μοναδική χαρά. Ελάτε να βρείτε δύναμη, να σηκώνετε το σταυρό σας. Δύναμη να ελπίζετε. Δύναμη   να αγαπάτε.
Μόνο όποιος έχει «καταλάβει»,  τον λόγο που σταυρώθηκε ο Χριστός, μπορεί να καταλάβει,  την «παράδοξη» αγάπη του Ιερέως. Την αγωνία του να πιστέψουν και να αγαπήσουν οι άνθρωποι το Θεό. Όταν οι ιερείς βλέπομε την ευλάβεια, στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, χαιρόμαστε. Όταν βλέπομε την αγάπη, δακρύζομε. Όταν βλέπομε την αμαρτία, πονούμε. Όταν βλέπομε την ασέβεια, αισθανόμαστε τύψεις. Όταν βλέπομε το μίσος, τρομάζομε. Όταν βλέπομε τον εγωισμό, απογοητευόμαστε.
Πρέπει όμως να τα βλέπομε! Γι’ αυτό μας έδωσε την ιεροσύνη ο Χριστός. Να μιλούμε με αγάπη, να ελπίζομε και να προσευχόμαστε. Όλοι οι άνθρωποι της εκκλησίας, είναι πνευματικά μας παιδιά.  Για όλους  πρέπει να ενδιαφερόμαστε. Όλους πρέπει να τους αγαπούμε. Να μην αφήνουμε την απιστία και το κακό, να ριζώνει στην καρδιά τους.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα: Όταν το παιδί μου ήταν  5 χρονών, το έστελνε   η μητέρα του, να παίρνει  ψωμί από το φούρνο και του έδινε και μια δραχμή επί πλέον,  να πάρει ένα κουλουράκι. Μια μέρα δεν είχε τη δραχμή και του έδωσε χρήματα μόνο για το ψωμί.
Το παιδί επέστρεψε στο σπίτι κρατώντας το ψωμί, ενώ έτρωγε ένα κουλουράκι. Η μητέρα του το ρώτησε, πού βρήκε το κουλουράκι κι αυτό κοκκίνισε, ντράπηκε και δεν ήθελε να μιλήσει. Παγώσαμε  στην εκδοχή, ότι το κουλουράκι το πήρε μόνο του. Η μητέρα του το πήρε αμέσως και πήγε στο φούρνο. Ο  άνθρωπος ήταν ευγενικός και καλός και της είπε:«Για όνομα του Θεού! Δεν το πήρε το παιδί το κουλουράκι. Μετά που  του έδωσα το ψωμί, με ρώτησε  κάπως στενοχωρημένο: «και κουλουράκι;»  Κι εγώ με μεγάλη χαρά, του το έδωσα. Δεν δέχεστε να του κάμω, ένα τόσο μικρό δώρο;» Βέβαια ηρεμήσαμε και το σφάλμα ήταν  δικό μας,  που δεν εξηγήσαμε στο παιδί. Όσο όμως  υπερβολικό και χωρίς βαθύτερη σημασία, κι αν  φαίνεται αυτό, δεν είναι έτσι. Το παιδί συνηθίζει σε ένα τρόπο ζωής. Έτσι απλά ξεκινούν, όλα τα παιδιά.
Όλοι γνωρίζομε, την ιστορία ενός κατάδικου, που είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Του είπαν, να  ζητήσει,  ό, τι θέλει,  ως τελευταία του επιθυμία. Κι αυτός ζήτησε,  να  πάνε κοντά τη Μάνα του. Όταν  την είδε,   όρμισε να την πνίξει. Όλοι εξεπλάγησαν  και τον κατηγόρησαν,  ότι είχε πορωμένη συνείδηση. Αυτός τους είπε:
«Όχι κύριοι. Έχω κι εγώ αισθήματα. Έχω καρδιά. Δεν είμαι θηρίο. Το γεγονός όμως, ότι χάνω τόσο νέος τη ζωή μου,  οφείλεται στη Μάνα μου. Δεν θα ξεχάσω  την πρώτη μου κλοπή. Ήταν ένα αυγό,  από ένα ξένο σπίτι. Με πόσο φόβο,  το πήγα στη Μάνα μου. Κι ενώ περίμενα να μου πει να το επιστρέψω, γέλασε ικανοποιημένη για την εξυπνάδα μου.  Αυτό ήταν το πρώτο βήμα.
Το δεύτερο ήταν,  κάποια χρήματα, που πήρα  από τον δίσκο μιας εκκλησίας. Ένας φόβος στο Θεό, μου έλεγε να τα επιστρέψω. Η μάνα μου γέλασε με χαιρεκακία και μου είπε: «Μην είσαι βλάκας! Καλύτερα να τα φας εσύ, παρά οι παπάδες!» Εκείνη την ώρα, έσβησε για μένα και ο φόβος του Θεού. Όλα μου φάνηκαν, χωρίς νόημα. Ψεύτικα και συμβατικά. Και ο Θεός και οι άνθρωποι. Αλυσίδα έγιναν από τότε οι κλοπές, μέχρι που έφτασα στο έγκλημα. Για όλα αυτά, κατηγορώ τη μάνα μου! Γιατί εξαιτίας της, χάνω τη ζωή μου. Εξαιτίας της,  χάνω  την ψυχή μου
Μια Μάνα λοιπόν είναι η Εκκλησία, που αγαπά τα παιδιά της.  Οι ιερείς της, είναι η φωνή της. Είναι η καρδιά της.  Είναι η πρακτική αγάπη της. Είναι η πρακτική ευσπλαχνία της. Με το στόμα τους μιλεί. Με την καρδιά τους αγαπά. Με τη στοργή τους συγχωρεί.
Είμαστε οι ιερείς, εκείνο που λέει η Παναγία, στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ: «Αυτές τις καλόγριες, τα πνευματικά σου παιδιά, να τις αγαπάς σαν Μητέρα!» Δεν του είπε: «ως πνευματικός Πατέρας», αλλά «σαν Μητέρα». Κάτι διαφορετικό και φιλεύσπλαχνο,  έχει η αγάπη της Μάνας.

8 Δεκ 2015

Χριστιανοί Χωρίς Εκκλησία (Μέρος 9ο)

Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου

Συνεχίζομε από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, με το θέμα της Θείας Κοινωνίας: «Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, προτού παραδώσει το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας, είπε: «Ο άρτος που θα σας δώσω εγώ, είναι το σώμα μου, το οποίο δίνω για να ζήσει ο κόσμος». Αυτό σημαίνει, ότι η θεία Μετάληψη είναι για τους πιστούς, αναγκαίο συστατικό, της πνευματικής  κατά Χριστόν ζωής.
Σε άλλο πάλι μέρος λέει ο Χριστός: «Αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το Αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς». Από τα λόγια αυτά γίνεται φανερό, ότι είναι τόσο αναγκαία η θεία Μετάληψη στον χριστιανό, όσο είναι αναγκαίο και το άγιο Βάπτισμα.
Όταν παρέδιδε το Μυστήριο τούτο,  ο Κύριος στους μαθητές του, τη Μεγάλη Πέμπτη, δεν είπε συμβουλευτικά , όποιος θέλει ας φάγει το σώμα μου και όποιος θέλει ας πίει το αίμα μου, όπως είπε, όποιος θέλει να με ακολουθήσει, αλλά προστακτικά ξεφώνησε: «Λάβετε φάγετε, τούτο μου εστι το Σώμα».  «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστι το Αίμα μου». Αυτό σημαίνει: αφού ελεύθερα με ακολουθήσετε και είστε μαθητές μου,  αναπόφευκτα πρέπει να φάγετε το Σώμα μου και εξάπαντος πρέπει να πίετε το Αίμα μου.  
Και πάλι λέγει: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Δηλ. τούτο το μυστήριο σας το παραδίδω να το τελείτε, όχι μια ή δυο ή τρεις φορές το χρόνο αλλά κάθε μέρα, όπως το εξηγεί στη Λειτουργία του,  ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Έχοντες λοιπόν  υπ’ όψη, την σωτήρια αυτή  εντολή του Κυρίου, με  την  οποία παρήγγειλε: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», ενθυμούμενοι και όλα όσα για χάρη μας  τέλεσε στη γη,  ιδιαίτερα,   τον σταυρικό θάνατο, την ταφή, την τριήμερη  ανάσταση,  την  ανάληψη στους ουρανούς,  την στα δεξιά της μεγαλοσύνης του καθέδρα,  την δεύτερη και ένδοξη  πάλι παρουσία του», «Τα σα εκ των σων, Σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα»
Οι Άγιοι Απόστολοι, ακολούθησαν την παραγγελία του Κυρίου μας. Συναθροίζονταν και τελούσαν την Θεία Ευχαριστία. Οι τρεις χιλιάδες που πίστεψαν στο Χριστό, την ημέρα της Πεντηκοστής και βαπτίσθηκαν ήσαν με τους Αποστόλους, για να ακούνε το κήρυγμα τους, να συμπροσεύχονται  και να κοινωνούν των
Αχράντων Μυστηρίων.
Όλες οι ευχές της Θείας Λειτουργίας, που διαβάζει μπροστά στην Αγία Τράπεζα ο ιερέας,  αφορούν τη Θεία Κοινωνία. Την προετοιμασία των πιστών,  για να κοινωνήσουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, που θα μεταγγίσει στις ψυχές τους,  τη ζωή του Χριστού. Ο Θείος Χρυσόστομος, τονίζει: «Όταν ο ιερέας, «ως εκ του προσώπου του Κυρίου»,   κρατεί το Ιερό Ποτήριο στα χέρια του, με το Ζωοποιό Σώμα και Αίμα, εξέρχεται από την Ωραία Πύλη και προσκαλεί το λαό στη Θεία Μετάληψη, φωνάζει μεγαλόφωνα: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε», δηλ. έλθετε να μεταλάβετε με φόβο Θεού,  με πίστη και αγάπη τα θεία Μυστήρια.  Καλεί στη Θεία Κοινωνία όλους τους χριστιανούς».
Διευκρινίζει όμως ο Χρυσόστομος:  «Βλέπω πολλούς να μεταλαμβάνουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, απλώς και ως έτυχε, κινούμενοι μόνο από μια συνήθεια και όχι από ορθό λογισμό. Γιατί όταν φτάσει ο καιρός της αγίας τεσσαρακοστής, κάθε χριστιανός, όποιος κι αν είναι, είτε άξιος δηλ. είτε ανάξιος, μεταλαμβάνει; Το ίδιο συμβαίνει την ημέρα των Θεοφανείων.
Όμως, μήτε τα Θεοφάνεια, μήτε η Τεσσαρακοστή, μήτε το Πάσχα, κάνουν άξιους τους ανθρώπους για να κοινωνήσουν, αλλά τους κάνει άξιους, η «καθαρότητα της ψυχής». Μ’ αυτή την καθαρότητα της ψυχής, έχεις άδεια,  κάθε καιρό να μεταλαβαίνεις. Χωρίς αυτήν όμως, δεν έχεις άδεια καμιά φορά να κοινωνήσεις, γιατί λέγει ο Παύλος: «Όσες φορές μεταλαμβάνετε, αναλογίζεσθε τον σταυρικό θάνατο και τα πάθη του Χριστού».  
Συνεχίζομε από τον Ιερό Χρυσόστομο: «Βλέπω ότι γίνεται πολλή ανωμαλία στη Θεία Κοινωνία, γιατί ενώ στις άλλες μέρες του χρόνου δεν κοινωνείτε, αν και είστε πολλές φορές καθαροί, όταν έρθει το Πάσχα, κι αν κάμετε και κανένα κακό, αποτολμάτε και μεταλαμβάνετε. Αλλοίμονο στην κακή σας συνήθεια και στην πρόληψη αυτή.

Μάταια γίνεται λοιπόν η καθημερινή λειτουργία, επειδή και δεν μεταλαμβάνετε! Μάταια στεκόμαστε στο Άγιο Θυσιαστήριο και κανένας δεν έρχεται να κοινωνήσει! Αυτά τα λέω, όχι για να κοινωνείτε απλώς και ως έτυχε, αλλά για να κάνετε τον εαυτό σας άξιο. Δεν είσαι άξιος, ω άνθρωπε, να μεταλάβεις; Λοιπόν ούτε τις ευχές της λειτουργίας είσαι άξιος να ακούσεις!»

Χριστιανοί Χωρίς Εκκλησία (Μέρος 8ο)

Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου

Στα δύο βασικά θέματα,  που πρέπει οι χριστιανοί μας, να επικεντρώσουν την προσοχή τους,  σχετικά με την Εκκλησία, είναι ο Εκκλησιασμός και η  Θεία Κοινωνία. Από το  βιβλίο του Μεγάλου Δασκάλου του Γένους μας,  Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, «Οδηγός Ορθοδοξίας», θα επιλέξομε ορισμένα κείμενα για το θέμα μας, που είναι  διδασκαλίες των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας και κυρίως του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του μεγαλύτερου Λειτουργιολόγου, όλων των εποχών:
«Πρέπει αδελφοί μου χριστιανοί, να πηγαίνετε  στην Εκκλησία, γιατί η Εκκλησία είναι Κιβωτός. Όπως λοιπόν τον καιρό του κατακλυσμού, όσοι άνθρωποι και όσα ζώα μπήκαν μέσα στην Κιβωτό, γλύτωσαν από τον κατακλυσμό, έτσι και τώρα, όσοι χριστιανοί πηγαίνουν στην Εκκλησία,  λυτρώνονται από τον κατακλυσμό της αμαρτίας και των παθών».
«Η Εκκλησία είναι μάνδρα πνευματική και οι άνθρωποι πρόβατα λογικά. Όπως όσα πρόβατα βρίσκονται μέσα στη μάνδρα, δεν κινδυνεύουν από τα λύκο και τα άλλα θηρία, έτσι και οι χριστιανοί που πηγαίνουν στην Εκκλησία, δεν κινδυνεύουν από το διάβολο κι από τα θηρία των παθών».
«Η Εκκλησία είναι κοινό ιατρείο, που γιατρεύει όλους τους αμαρτωλούς, που έχουν πληγές από την αμαρτία και τα πάθη. Γιατρεύει όλες τις πληγές που ανοίγει στις ψυχές των ανθρώπων, ο πόνος και η αρρώστια, το κακό και ο θάνατος».
«Η Εκκλησία είναι  η μητέρα όλων των ορθοδόξων,  που τους αναγέννησε με το άγιο Βάπτισμα και τους τρέφει με τη Θεία Κοινωνία. Όπως τα παιδιά λοιπόν τρέχουν στην αγκαλιά της μητέρας τους,  έτσι και οι χριστιανοί, πρέπει  να τρέχουν στην πνευματική τους μητέρα, την Εκκλησία,  με μεγάλη χαρά και αγάπη, για να απολαύσουν τα ουράνια αγαθά της».
«Η Εκκλησία είναι οίκος Θεού και κοινή οικία,  όλων των χριστιανών. Όπως λοιπόν τα μέλη μιας οικογένειας, επιθυμούν να βρεθούν όλα μαζί στο σπίτι τους, για να δουν τους συγγενείς τους, με τέτοια επιθυμία,  πρέπει να πηγαίνουν και οι χριστιανοί στην Εκκλησία,  την κοινή τους οικία και κατοικία του Θεού, να γνωρίσουν τους Αγίους».
«Η Εκκλησία είναι λιμάνι νοητό, αχείμαστο και γαλήνιο. Όπως  οι ναύτες που βρίσκονται στο πέλαγος και κινδυνεύουν από τις φουρτούνες της θάλασσας, επιθυμούν να βρεθούν σε ένα λιμάνι, έτσι κι αυτοί που κινδυνεύουν στο πέλαγος των πόλεων,  από τη φουρτούνα της αμαρτίας  και τα κύματα των φροντίδων της θάλασσας του κόσμου, καταφεύγουν στην Εκκλησία, για να βρουν σ’ αυτήν γαλήνη και ησυχία».
«Εσείς οι χριστιανοί, πρέπει να πηγαίνετε στην Εκκλησία,   με καθαρότητα, δηλ. χωρίς έχθρα και μνησικακία. Γιατί αν έχετε έχθρα και μίσος, δεν είναι δεκτή από το Θεό η προσευχή σας. Όποιος έχει έχθρα εναντίον κάποιου ανθρώπου, όχι μόνο δεν είναι άξιος να πάει στο ναό του Θεού, αλλά ούτε  να πει το «Πάτερ ημών». Γιατί πώς μπορεί να πει: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Πώς ζητά δηλ. να τον συγχωρέσει ο Θεός, ενώ αυτός δεν συγχωρεί τον συνάνθρωπο του;»
«Αγαπητοί μου Αδελφοί. Όταν ακούτε να χτυπά η καμπάνα της Εκκλησίας, να  τρέχετε να πηγαίνετε,  ως παιδιά προς την κοινή σας Μητέρα. Όταν στην αρχή της ημέρας, πριν από κάθε σας δουλειά, πάτε στην Εκκλησία, να ξέρετε,  ότι η προσευχή εκείνη,  σας φέρνει μεγάλη ευλογία, σε όλες τις δουλειές που θα κάνετε εκείνη την ημέρα. Οι χριστιανοί, τονίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πρώτα πρέπει να σηκώνουν τα χέρια τους να προσεύχονται στο Θεό κι ύστερα να αρχίζουν κάθε εργασία τους. Γιατί αυτή η προσευχή,  θα τους δώσει δύναμη στη δουλειά τους».
«Όταν πηγαίνετε στην Εκκλησία- παραγγέλλει ο Ιερός Χρυσόστομος- να παίρνετε μαζί και τα μικρά παιδιά  και να μην τα λυπάστε,  να τα αφήνετε να κοιμούνται και να λέτε: Τον Χειμώνα είναι βροχερός ο καιρός και το καλοκαίρι ό ύπνος  γλυκύς. Να τα ξυπνάτε και να τα παίρνετε στην Εκκλησία,  για να βλέπουν και αυτά. Να ασπάζονται τις εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων, να ακούνε τα θεία λόγια και να συνηθίζουν από την παιδική τους ηλικία, να πηγαίνουν στην Εκκλησία.
Γιατί σ’ αυτή την ηλικία των παιδιών, που η ψυχή τους είναι εύπλαστη σαν το κερί, τυπώνονται σαν  με σφραγίδα στο νου τους, τα λεγόμενα και τα γενόμενα στην Εκκλησία. Η  συνήθεια γίνεται έξις, η έξις γίνεται δεύτερη φύση. Κι όταν μεγαλώσουν,  η καλή αυτή συνήθεια των παιδικών τους χρόνων, τα ελκύει  να συχνάζουν στην Εκκλησία και γίνονται από τους γέροντες  φρονιμότερα.  Όταν δε πρόκειται να μπείτε στην Εκκλησία, να λέτε τα λόγια του Δαβίδ: «εισελεύσομαι εις τον οίκον σου. Προσκυνήσω προς ναόν,  τον άγιον σου».



ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΜΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

Ορθόδοξος Συναξαριστής






ΠΩΣ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙΤΕ (Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΣΤΡ. ΚΟΡΑΚΑ 2)

ΧΑΡΤΗΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ ΑΠ' ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΩΡΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ

ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΚΑΙΡΟΥ

Επιστροφή στην Αρχική Σελίδα