Η Αγία Βαρβάρα η Μεγαλομάρτυς
Ἀποτελεῖ κόσμημα τῶν μαρτύρων τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. Ὁ πατέρας της ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ πλούσιους εἰδωλολάτρες τῆς Ἠλιουπόλεως καὶ ὀνομαζόταν Διόσκορος.
Μοναχοκόρη ἡ Βαρβάρα, διακρινόταν γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τοῦ σώματός της, τὴν εὐφυΐα καὶ σωφροσύνη της. Στὴν χριστιανικὴ πίστη κατήχησε καὶ εἵλκυσε τὴν Βαρβάρα μία εὐσεβῆς χριστιανὴ γυναίκα. Τὴν ζωή της μέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον ἡ Βαρβάρα περνοῦσε «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι». Δηλαδὴ μὲ κάθε εὐσέβεια καὶ σεμνότητα.
Ὅμως τὸ γεγονὸς αὐτό, δὲν ἔμεινε γιὰ πολὺ καιρὸ μυστικό. Ὁ Διόσκορος ἔμαθε ὅτι ἡ κόρη του εἶναι χριστιανὴ καὶ ἐκνευρισμένος διέταξε τὸν αὐστηρὸ περιορισμό της. Ἀλλὰ ἡ Βαρβάρα κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε. Ὁ πατέρας της τότε ἐξαπέλυσε ἄγριο κυνηγητὸ μέσα στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπου κρυβόταν ἡ κόρη του. Τελικά, κατόρθωσε καὶ τὴν συνέλαβε.
Ἀλλὰ ὁ ἄσπλαχνος καὶ πωρωμένος εἰδωλολάτρης πατέρας, παρέδωσε τὴν κόρη του στὸν ἡγεμόνα Μαρκιανό. Αὐτός, ἀφοῦ στὴν ἀρχὴ δὲν κατόρθωσε μὲ δελεαστικοὺς τρόπους νὰ μεταβάλει τὴν πίστη της, διέταξε καὶ τὴν μαστίγωσαν ἀνελέητα. Κατόπιν τὴν φυλάκισε, ἀλλὰ μέσα ἐκεῖ ὁ Θεὸς θεράπευσε τὶς πληγὲς τῆς Βαρβάρας καὶ ἐνίσχυσε τὸ θάρρος της.
Τότε ὁ ἡγεμόνας θέλησε νὰ τὴ διαπομπεύσει δημόσια γυμνή. Ἀλλὰ ἐνῶ ἔβγαζαν τὰ ροῦχα της, ἄλλα ὡραιότερα ἐμφανίζονταν στὸ σῶμα της. Ὁ ἡγεμόνας βλέποντας τὸ θαῦμα, διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθεῖ. Χωρὶς καθυστέρηση, ὁ ἴδιος ὁ κακοῦργος πατέρας της, ἀνέλαβε καὶ τὴν ἀποκεφάλισε.
Τότε ὁ ἡγεμόνας θέλησε νὰ τὴ διαπομπεύσει δημόσια γυμνή. Ἀλλὰ ἐνῶ ἔβγαζαν τὰ ροῦχα της, ἄλλα ὡραιότερα ἐμφανίζονταν στὸ σῶμα της. Ὁ ἡγεμόνας βλέποντας τὸ θαῦμα, διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθεῖ. Χωρὶς καθυστέρηση, ὁ ἴδιος ὁ κακοῦργος πατέρας της, ἀνέλαβε καὶ τὴν ἀποκεφάλισε.
Ο Όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός
Διαπρεπέστατος θεολόγος καὶ ποιητὴς τοῦ 8ου αἰώνα καὶ μέγας πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας.
Γεννήθηκε στὴν Δαμασκὸ στὰ τέλη τοῦ 7ου αἰώνα καὶ ἔτυχε ἐπιμελημένης ἀγωγῆς ἀπὸ τὸν πατέρα του Σέργιο, ποὺ ἦταν ὑπουργὸς οἰκονομικῶν τοῦ ἄραβα χαλίφη Ἀβδοὺλ Μελὶκ τοῦ Α’. Δάσκαλός του ἦταν κάποιος πολυμαθὴς καὶ εὐσεβέστατος μοναχός, ποὺ ὀνομαζόταν Κοσμᾶς καὶ ἦταν ἀπὸ τὴ Σικελία. Ὁ Σικελὸς μοναχὸς πράγματι, ἐκπαίδευσε τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσμᾶ τὸν Μελῳδό, ἄριστα σ’ ὅλους τοὺς κλάδους τῆς γνώσης.
Ὅταν πέθανε ὁ Σέργιος, ὁ γιός του Ἰωάννης, διορίστηκε χωρὶς νὰ τὸ θέλει, πρωτοσύμβουλος τοῦ χαλίφη Βελιδᾶ (705 – 715). Ἀργότερα, ὅταν ὁ χαλίφης Ὀμὰρ ὁ Β’ ἐξήγειρε διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἰωάννης μαζὶ μὲ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσμᾶ (τὸν ἔπειτα ἐπίσκοπο Μαϊουμᾶ), ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Δαμασκὸ καὶ πῆγαν στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔγινε μοναχὸς στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου ἔμεινε σ’ ὅλη του τὴν ζωή, μελετώντας καὶ συγγράφοντας.
Στὸ διωγμὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (726), πῆρε ἐνεργὸ μέρος. Καὶ ἐξαπέλυσε κατὰ τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορα, τοὺς τρεῖς γνωστοὺς λόγους ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, πράγμα ποὺ θορύβησε τὸν Λέοντα.
Ὁ Ἰωάννης κατανάλωσε ὅλη του τὴν ζωὴ γιὰ τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄφησε σὲ μᾶς θησαυροὺς ἀνυπολόγιστης ἀξίας. Ἔζησε μὲ ὁσιότητα πάνω ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 749. Τάφηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Ὁ Ἰωάννης κατανάλωσε ὅλη του τὴν ζωὴ γιὰ τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄφησε σὲ μᾶς θησαυροὺς ἀνυπολόγιστης ἀξίας. Ἔζησε μὲ ὁσιότητα πάνω ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 749. Τάφηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Ο Άγιος Σεραφείμ ο Νέος Ιερομάρτυρας
Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μπεζούλια τῆς ἐπαρχίας Ἀγράφων καὶ ἀνατράφηκε κατὰ Χριστὸν ἀπὸ τοὺς θεοσεβεῖς γονεῖς του, Σωφρόνιο καὶ Μαρία.
Ἀγάπησε τὴν μοναχικὴ ζωὴ καὶ πῆγε στὴ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τὴν ἐπονομαζόμενη Κορῶνα ἢ Κρύα Βρύση καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ἄσκησή του καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Ἀργότερα χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Φαναριοῦ καὶ Νεοχωρίου.
Κατηγορήθηκε ὅτι πῆρε μέρος στὴν ἐπανάσταση τοῦ Διονυσίου Φιλοσόφου, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ποὺ μάταια προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν. Ἐξαγριωμένοι οἱ Τοῦρκοι μπροστὰ στὴ σταθερότητα τῆς πίστης τοῦ Ἱερομάρτυρα, ὑπέβαλαν σ’ αὐτὸν φρικτὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποία μεγάλωναν, ἐφ’ ὅσον ὁ Σεραφεὶμ διαρκῶς ἀρνιόταν νὰ προδώσει τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ πίστη του. Ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν μύτη καὶ ἐπανειλημμένα τὸν παρουσίασαν στὸν κριτή, ἀρνούμενος νὰ ἀλλαξοπιστήσει, τὸν ἐκτέλεσαν στὶς 4 Δεκεμβρίου 1601 μὲ σουβλισμὸ καὶ κατ’ ἄλλους μὲ ἀπαγχονισμό.
Ἡ τιμία κεφαλή του, ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ τῆς Κρύας Βρύσης, ὅπου εἶχε μονάσει ὁ Ἅγιος.
Ἡ τιμία κεφαλή του, ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ τῆς Κρύας Βρύσης, ὅπου εἶχε μονάσει ὁ Ἅγιος.