Η Αγία Άννα ήταν στείρα και τόσο αυτή, όσο και ο σύζυγός της ήταν μεγάλης ηλικίας. Για τον λόγο αυτό ένιωθαν ντροπή κα μεγάληι λύπη και ποτέ δεν έπαψαν να προσεύχονται στο Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί με την υπόσχεση ότι, αν γίνει αυτό, το παιδί που θα γεννηθεί θα το προσφέρουν δώρο στο Θεό. Ο Θεός άκουσε την προσευχή τους και μήνυσε με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ. Σύμφωνα με το Πρωτευαγγέλιο ενώ κάποτε προσευχόταν και παρακαλούσε το Θεό η συνετή Άννα, άκουσε τη φωνή του Αρχαγγέλου, που τη διαβεβαίωνε πως το αίτημά της ικανοποιήθηκε από το Θεό.
Της έλεγε δηλαδή καθαρά ο Αρχάγγελος Γαβριήλ: "Η παράκλησή σου έφτασε στον Κύριο, γι’αυτό να μην είσαι σκυθρωπή μήτε να χύνεις δάκρυα. Θα γίνεις γόνιμη και καρπερή σαν την ελιά και θα βλαστήσεις ένα ωραίο κλαδί, την Παρθένο, κι Αυτή θα ανθήσει ένα πανέμορφο Άνθος, το σαρκωμένο Χριστό, που δωρίζει στον κόσμο το άπειρο του έλεος".
Την άλλη μέρα ο Ιωακείμ και η Άννα πρόσφεραν ευχαριστήρια δώρα στο Θεό. Έτσι με τους νόμους της φύσεως και με μήνυμα και υπόσχεση του Θεού, αξιώθηκε η Άννα να συλλάβει και να γεννήσει ύστερα από εννέα μήνες την Θεοτόκο Μαρία.
Το α' στιχηρό του εσπερινού μάς δίνει το περιεχόμενο της προσευχής της Άννας, που τη σκέπαζε η Θεία Χάρη:
«Άννα, η Θεία Χάρις ποτέ, προσευχομένη υπέρ τέκνου εβόησε τω πάντων Θεώ και κτίστη, Αδωναϊ Σαβαώθ (=Κύριε των δυνάμεων), το της απαιδίας οίδας όνειδος, αυτός την οδύνην μου της καρδίας διάλυσον και τους της μήτρας καταρράκτας διάνοιξον και την άκαρπον καρποφόρον ανάδειξον, όπως το γεννησόμενον δοτόν σοι προσάξωμεν (=θα το προσφέρουμε ως δώρο σε Σένα), επευλογούντες, υμνούντες και ομοφρόνως δοξάζοντες την σην ευσπλαχνίαν, δι'ης δίδοται τω κόσμω το μέγα έλεος».
Την άλλη μέρα ο Ιωακείμ και η Άννα πρόσφεραν ευχαριστήρια δώρα στο Θεό. Έτσι με τους νόμους της φύσεως και με μήνυμα και υπόσχεση του Θεού, αξιώθηκε η Άννα να συλλάβει και να γεννήσει ύστερα από εννέα μήνες την Θεοτόκο Μαρία.
Το α' στιχηρό του εσπερινού μάς δίνει το περιεχόμενο της προσευχής της Άννας, που τη σκέπαζε η Θεία Χάρη:
«Άννα, η Θεία Χάρις ποτέ, προσευχομένη υπέρ τέκνου εβόησε τω πάντων Θεώ και κτίστη, Αδωναϊ Σαβαώθ (=Κύριε των δυνάμεων), το της απαιδίας οίδας όνειδος, αυτός την οδύνην μου της καρδίας διάλυσον και τους της μήτρας καταρράκτας διάνοιξον και την άκαρπον καρποφόρον ανάδειξον, όπως το γεννησόμενον δοτόν σοι προσάξωμεν (=θα το προσφέρουμε ως δώρο σε Σένα), επευλογούντες, υμνούντες και ομοφρόνως δοξάζοντες την σην ευσπλαχνίαν, δι'ης δίδοται τω κόσμω το μέγα έλεος».