Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου
Θεραπεία της πεθεράς του Πέτρου
Όταν έφτασε ο Ιησούς στο σπίτι του Πέτρου, είδε την πεθερά του στο κρεβάτι με πυρετό. Μόλις έπιασε το χέρι της, την άφησε ο πυρετός και σηκώθηκε και τον υπηρετούσε. Κατά το δειλινό τού έφεραν πολλούς δαιμονισμένους και μόνο με το λόγο του έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα. Επίσης θεράπευε όλους τους αρρώστους κι έτσι εκπληρώθηκε αυτό που είχε πει ο προφήτης Ησαϊας : «Αυτός πήρε τις ασθένειες μας και βάσταξε τις αρρώστιες μας».
Προϋποθέσεις της μαθητείας
Όταν είδε ο Ιησούς να πλησιάζει πολύς κόσμος, έδωσε εντολή να περάσουν στην απέναντι όχθη της λίμνης. Τον πλησίασε τότε ένας Γραμματέας και του είπε: «Δάσκαλε, θα σε ακολουθήσω, όπου κι αν πας». Ο Ιησούς του λέει: «Οι αλεπούδες έχουν τον τόπο που μένουν και τα πουλιά έχουν τις φωλιές τους. Ο Υιός όμως του Ανθρώπου, δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι του».
Σε κάποιο άλλο είπε: «Ακολούθησε με». Εκείνος του απάντησε: «Κύριε, άφησε με πρώτα να πάω να θάψω τον πατέρα μου». Κι ο Ιησούς του είπε: «Άφησε τους νεκρούς, να θάψουν τους νεκρούς τους. Εσύ πήγαινε να αναγγείλεις τη βασιλεία του Θεού». Κάποιος άλλος του είπε: «Θα σε ακολουθήσω Κύριε, αλλά άφησε με πρώτα ν’ αποχαιρετήσω τους δικούς μου». Και ο Ιησούς του είπε: «Όποιος με ακολουθεί και κοιτάζει προς τα πίσω, δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία του Θεού».
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις που κάποιοι θέλουν να ακολουθήσουν το Χριστό, αλλά του ζητούν κάποια αναβολή, για να διευθετήσουν οικογενειακές ή κοινωνικές τους υποχρεώσεις κι Εκείνος το αρνείται, είναι γιατί διακρίνει προφάσεις, για να μην τον ακολουθήσουν. Έχομε το παράδειγμα των πρώτων μαθητών του. Ο Ανδρέας και ο Πέτρος άφησαν αμέσως το πλοίο με τα δίχτυα και τις οικογένειες τους και τον ακολούθησαν. Το ίδιο ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, άφησαν τον πατέρα τους στο πλοίο και τον ακολούθησαν. Όταν σε καλεί ο Θεός, δεν έχεις περιθώρια αναβολής. Περιθώρια εκλογής ναι. Ελευθερίας ναι. Αναβολής όχι. Τον ακολουθείς με όλη την καρδιά σου και την ψυχή σου.
Η κατάπαυση της τρικυμίας
Το βράδυ εκείνης της ημέρας, λέει ο Ιησούς στους μαθητές του: «Ας περάσουμε στην απέναντι όχθη της λίμνης». Και αφού άφησαν τον κόσμο, πήραν τον Ιησού στο πλοιάριο κι έφυγαν. Τον συνόδευαν κι άλλα πλοιάρια. Τότε έγινε μεγάλη ανεμοθύελλα και τα κύματα χτυπούσαν πάνω στο πλοιάριο, με αποτέλεσμα να αρχίσει να βυθίζεται. Ο Ιησούς ήταν στην Πρύμνη και κοιμόταν. Τον ξυπνούν και του λένε: «Δάσκαλε, δεν σε νοιάζει που χανόμαστε;» Εκείνος σηκώθηκε και επιτίμησε τον άνεμο και τη θάλασσα. Σταμάτησε τότε ο άνεμος και έγινε απόλυτη γαλήνη. Στους μαθητές του είπε: «Γιατί είστε τόσο δειλοί; Γιατί δεν έχετε πίστη;»Τότε τους κατέλαβε μεγάλο δέος κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος είναι αυτός, πού κι ο άνεμος κι η θάλασσα τον υπακούν;»
Η κατάπαυση της τρικυμίας συγκαταλέγεται στα θαύματα του Χριστού, που αφορούν τη σφαίρα της υλικής δημιουργίας. Η θάλασσα επανέρχεται με τη θεϊκή επέμβαση, στην κατά φύση αποστολή της. Όπως ο κόσμος δημιουργείται από το μηδέν, μόνο με το λόγο του Θεού, έτσι πάλι με το λόγο του, επανέρχεται στην κατάσταση που ο ίδιος οριοθέτησε, με τους φυσικούς νόμους. Και οι φυσικοί νόμοι που διέπουν ολόκληρη τη δημιουργία και οι πνευματικοί νόμοι που αφορούν κυρίως τον άνθρωπο, έχουν θεσμοθετηθεί από τον Θεό. Γι’ αυτό είναι λάθος να θεοποιείται η δημιουργία. Να λατρεύεται η φύση, ένα βουνό ή ένας ποταμός. Ένα φυσικό φαινόμενο, όπως η βροντή ή ο σεισμός.
Θαυμάζομε τη φύση για το μεγαλείο της, για την ομορφιά της, αλλά λατρεύομε το Θεό που τη δημιούργησε. Θαυμάζομε την αρμονία των χρωμάτων ενός αγριολούλουδου. Μας εκπλήσσει ένα πολύχρωμο πουλάκι και δακρύζομε από χαρά, στο κελάδημα ενός αηδονιού, ενός κοτσυφού, ενός σπίνου. Βλέπομε με δέος την νύχτα τον έναστρο ουρανό και μένομε εκστατικοί μπροστά στην καλοσύνη ενός ανθρώπου.
Θυμούμαστε σ’ αυτό το σημείο τον προφήτη: «Ρώτησα τον ουρανό, εάν είναι αυτός ο Θεός. Ρώτησα τη γη. Ρώτησα τη θάλασσα. Ρώτησα τη φύση. Ρώτησα τον άνθρωπο. Από παντού άκουσα την ίδια απάντηση: «Εκείνος μας δημιούργησε». Θυμήθηκα τα λόγια του ψαλμωδού: «Εάν ανεβώ στον ουρανό Θεέ μου, είσαι εκεί. Αν σε ζητήσω στη γη, είσαι εκεί. Αν κατεβώ στα βάθη τής θάλασσας, είσαι εκεί. Αν κατεβώ στον Άδη, είσαι εκεί. Όπου και να πάω, συναντώ το πρόσωπο σου και με σκεπάζει στοργικά το χέρι σου».