Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχ. Επιτρόπου Ι. Μ. Πέτρας & Χερρονήσου
Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού
Πατριαρχείου, προχώρησε στην αγιοκατάταξη του Γέροντα Πορφυρίου, στις 27
Νοεμβρίου 2013. Η μνήμη του ορίστηκε στις 2 Δεκεμβρίου. Άγιος από χρόνια στη συνείδηση του πληρώματος
της εκκλησίας, επίσημα καταγράφεται και τιμάται ως Άγιος, στο αγιολόγιο της ορθόδοξης εκκλησίας μας. Έχουν
γραφεί πολλά βιβλία για τη ζωή του και τις διδαχές του και θα γραφούν πολλά
ακόμη. Θα κυκλοφορήσουν εικόνες του και θα προσευχηθούν πολλοί χριστιανοί στη
χάρη του.
Γεννήθηκε το 1906 στην Εύβοια. Σε ηλικία 13
χρονών φεύγει για την έρημο του Αγίου όρους, στα «καυσοκαλύβια», όπου γίνεται μοναχός και ασκείται κοντά σε δύο αυταδέλφους
μοναχούς. Στα δέκα εννέα του
χρόνια αρρώστησε σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιο
Όρος. Μετά ένα χρόνο χειροτονείται ιερέας και στα είκοσι δύο του χρόνια γίνεται
πνευματικός και υπηρετεί ως εφημέριος
στην Εύβοια.
Το 1940 έρχεται στην Αθήνα και
αναλαμβάνει εφημέριος στην Πολυκλινική Αθηνών, δίπλα στην Ομόνοια, όπου
διακονεί με πατρική αγάπη τον πονεμένο άνθρωπο, για 33 ολόκληρα χρόνια.
Το 1955 εγκαθίσταται στα Καλλίσια, σ’
ένα μοναστηράκι του Αγίου Νικολάου, που ανήκει στην Ιερά μονή Πεντέλης. Το 1979, εγκαταβιώνει στο Μήλεσι, την αρχή σ’ ένα τροχόσπιτο κι
ύστερα σ’ ένα μικρό σπιτάκι από τσιμεντόλιθους.
Το 1984, άρχισε την ανέγερση
μονής, στο όνομα της Θείας Μεταμορφώσεως,
το καθολικό της οποίας θεμελίωσε το 1990.
Προαισθανόμενος το τέλος της ζωής
του, φεύγει για τα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου παραδίδει την αγία του ψυχή, στον
αγαπημένο του Χριστό, στις 2 Δεκεμβρίου
1991. Σύμφωνα με την επιθυμία του, οι υποτακτικοί του δεν ανακοίνωσαν σε καμιά μονή
του Αγίου Όρους την κοίμηση του. Τον ενταφίασαν μόνοι τους, σ’ ένα απλό τάφο
στο χώμα, μ’ ένα ξύλινο σταυρό. Άφησε παραγγελία ν’ ανοίξουν τον τάφο του στα
τρία χρόνια και να κρύψουν τα οστά του σε άγνωστο μέρος, να μη βρεθούν ποτέ.
Αυτό το οσιακό τέλος, φανερώνει τη μεγάλη του ταπείνωση.
Ο Θεός του χάρισε όσο ακόμη ζούσε
στην παρούσα ζωή, τρία μεγάλα χαρίσματα.
Το προορατικό, το διορατικό και το θαυματουργικό. Το προορατικό είναι το
χάρισμα, που προβλέπει το μέλλον. Τι μπορεί να συμβεί, «μετά το σήμερα», στη ζωή ενός ανθρώπου, στη ζωή μιας κοινωνίας ή ενός λαού. Διαπερνά
δηλ. το χρόνο και βλέπει γεγονότα της
ιστορίας που θα συμβούν.
Το διορατικό είναι το χάρισμα που
έχει ο άγιος, να μπορεί να «διαβάζει»
την ψυχή του ανθρώπου. Να βλέπει δηλ. και να γνωρίζει, τι έχει στην καρδιά του
και στο νου του, τι βασανίζει τη συνείδηση του, ποιες σκέψεις και ποια συναισθήματα τον απασχολούν. Το τρίτο χάρισμα, το
θαυματουργικό, είναι η θεϊκή χάρη, που φέρνει τη σωματική και πνευματική υγεία
σ’ ένα άνθρωπο, τον βοηθά στον πόνο του και στην απελπισία του και θεραπεύει τις πληγές, που ανοίγει στην ψυχή
του ο διάβολος.
Είχα την ευλογία να συναντήσω τον
Άγιο Πορφύριο, τον καιρό που ήταν στο Μήλεσι, σ’ ένα μικρό δωμάτιο, κτισμένο με
πλίνθους, χωρίς σοβά. Έχω γράψει ένα άρθρο στην ΑΝΑΤΟΛΗ με τίτλο: «Για ποιόν κελαηδεί το αηδόνι», που περιέχεται στο βιβλίο μου, «Το φως του κόσμου». Την πρώτη φορά που
τον είδα, ήταν καλοκαίρι και με πήρε κι επήγαμε μέσα στο δάσος, στα πεύκα. Μου
μιλούσε με τόση φλόγα για το Χριστό, που θυμάμαι ακριβώς τα λόγια του: «Στο Χριστό, ένας ιερέας πρέπει να τα δίνει όλα: Τη φωνή του, το νου
του, την καρδιά του, την υγεία του, την αγάπη του, τη ζωή του».
Ήθελα να εξομολογηθώ. Όμως δεν χρειάστηκε. Μου τα είπε
όλα, σαν να διάβαζε την καρδιά μου. Είχε καταλάβει όλες τις απορίες μου και
προτού τις εκφράσω, μου έδινε απαντήσεις. Στην αγωνία μου για την απιστία και
την ολιγοπιστία του κόσμου, μου είπε: «Το
σκοτάδι παιδί μου, δεν το πυροβολούμε!
Απλώς ανάβομε ένα φως. Το φως της
αλήθειας και της αγάπης του Χριστού, διαλύει τα σκοτάδια». Πόσο δίκιο είχε!
Σήμερα θέλω να πω, ενώπιον του
Θεού και μετά την αγιοκατάταξη του, ότι δεν συνάντησα πουθενά τόση αγάπη και
τέτοια στοργή, όπως σ’ εκείνον. Ένας ωκεανός αγάπης ήταν η καρδιά του, που σε
γέμιζε με χαρά και ελπίδα, με ιερό ενθουσιασμό και φλόγα θεϊκή Είχε αυτά τα
χαρίσματα, επειδή αγαπούσε πολύ το Χριστό και πολύ τους ανθρώπους. Η αγάπη του, η λατρεία του, ο μυστικός του
έρωτας, η παρηγοριά του και η χαρά του, ήταν ο Χριστός. «Ο Χριστός είναι το παν», ήταν τα λόγια του, που συγκλόνισαν
χιλιάδες ψυχές. Οι άνθρωποι ήταν γι’ αυτόν οι
έμψυχες εικόνες τους Θεού.
Πιστεύω ότι, όπως όταν ήταν κοντά μας, έτσι και τώρα, που
βρίσκεται στην ουράνια λειτουργία των αγίων του Θεού, θα παρέχει την ευλογία
του, στους ανθρώπους, που με πίστη και ευλάβεια θα τον παρακαλούν.