Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Θεολόγος-Φιλόλογος
«Δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι» και «τελευτήσαντος ἀνδρὸς δικαίου οὐκ ὄλλυται ἐλπίς», λέγει η Γραφή. Ο μακαριστός μητροπολίτης Πέτρας και Χερρονήσου κυρός Νεκτάριος (εξεδήμησε προς Κύριον την 15η Οκτ. 2015) ανήκε στους δικαίους και για τούτο θα ζει αιώνια, όχι στις μνήμες των ανθρώπων αλλά στη μνήμη της Εκκλησίας, δηλαδή στη «μνήμη» του Θεού: «Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον ἔσται δίκαιος». Και τι σημαίνει δίκαιος στην εκκλησιαστική γλώσσα; Δίκαιος είναι εκείνος που φυλάσσει τις εντολές του Θεού, που ζει κατά Θεόν, που εναποθέτει τη ζωή του στο Θεό με απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Και ο μακαριστός αρχιερέας Νεκτάριος έτσι ζούσε: τηρώντας το θέλημα του Θεού με βαθιά πίστη προς Εκείνον, στον οποίο είχε αφιερωθεί παιδιόθεν «ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ, ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ», σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού. Με αυτή τη βαθιά, αγαπητική του σχέση με το Θεό και την Εκκλησία πορευόταν στη ζωή του, αυτή ήταν ο οδηγός στους λόγους και τα έργα του.
Για έναν τέτοιο άνθρωπο και Ιεράρχη όσα και να γράψεις είναι λίγα και ο λόγος είναι πάντοτε φτωχός. Διότι, όταν πρόκειται για μια από τις πιο φωτεινές μορφές της σύγχρονης ιστορίας της Εκκλησίας της Κρήτης, τα λόγια δεν στέκονται ικανά να περιγράψουν ως αληθώς τον ένθεο κληρικό, το φιλακόλουθο, φιλάγιο και φιλόκαλο Ιεράρχη με το σπουδαίο εκκλησιαστικό έργο, τον μοναχό που είχε αφιερώσει τη ζωή του στο Θεό, το θεολόγο που είχε κάνει πράξη τη ρήση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ότι θεολόγος είναι όποιος προσεύχεται αληθινά, το ρήτορα που μάγευε τους ακροατές με το χάρισμα του λόγου του, τον συνοδικό που τον διέκρινε η σύνεση και το μέτρο, τον άνθρωπο με την ευστροφία και το χιούμορ, που έφτανε κάποτε μέχρι τον αυτοσαρκασμό. Διότι όλα αυτά και άλλα πολλά ήταν ο μακαριστός μητροπολίτης Νεκτάριος. Γνωρίζω ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως γράφει ο Θουκυδίδης, «χαλεπὸν τὸ μετρίως εἰπεῖν»(είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς αντικειμενικά). Ωστόσο θα μπω στον κίνδυνο να γράψω για το πρόσωπο του εκδημήσαντος, με σκοπό όχι να εκθέσω τη ζωή και το έργο του, το οποίο έχει ήδη αποτιμηθεί από το ποίμνιό του και την Εκκλησία της Κρήτης και όχι μόνο, αλλά για να δώσω την εικόνα του ανδρός, έτσι όπως τον γνώρισα και τον έζησα, αφού είχα τη μεγάλη ευλογία να με περιβάλει με την αγάπη του και να με τιμήσει με τη φιλία του.
Ο Νεκτάριος, ένας Ιεράρχης με αμιγώς εκκλησιαστικό φρόνημα, ήταν ο άνθρωπος που σε κέρδιζε από την πρώτη κιόλας στιγμή που τον γνώριζες. Το παράστημά του, η βιβλική του μορφή, η ανυπόκριτη συμπεριφορά του, η άνεσή του, η ευγένειά του, η ευπροσηγορία του σε έκαναν να σταθείς μπροστά του με δέος και σεβασμό αλλά και, συγχρόνως, να νιώσεις ότι βρίσκεσαι δίπλα σε οικείο σου άνθρωπο. Λόγω του χαρίσματος του λόγου και της ρητορικής δεινότητας που τον διέκριναν, η συνομιλία μαζί του ήταν όχι μόνο απολαυστική αλλά κυρίως ωφέλιμη για τον συνομιλητή του. Εξάλλου, ήταν ο άνθρωπος που ήξερε την τέχνη της επικοινωνίας, που ήξερε να διαλέγεται χωρίς βλοσυρότητα ή επίπλαστη σοβαρότητα αλλά με ανυπόκριτο χαμόγελο και ανοιχτή την αγκαλιά. Έτσι ο μακαριστός Ιεράρχης ασκούσε στο συνομιλητή του, αλλά και στο ακροατήριό του ευρύτερα, μια μοναδική γοητεία τόσο με τον καρδιακό και ελάχιστα εγκεφαλικό λόγο του, όσο και με το ήθος του, με την όλη παρουσία του. Ήταν η παρουσία ενός χαρισματικού και χαριτωμένου ορθόδοξου Ιεράρχη, ενός Ιεράρχη που απέπνεε το ήθος και το άρωμα της Ορθοδοξίας.
Το εκκλησιαστικό, λειτουργικό και φιλομοναστικό του ήθος αποκαλυπτόταν ποικιλοτρόπως. Ήταν άριστος λειτουργός. Γνώριζε απόλυτα και τηρούσε την λειτουργική τάξη της Εκκλησίας, ήταν φιλόμουσος και βίωνε το μυστήριο της Θ. Λειτουργίας. Όποιος έτυχε να συμμετέχει σε ακολουθίες στις οποίες προεξήρχε, μπορεί να μαρτυρήσει γι’ αυτό ορθόδοξο λειτουργικό και ιερατικό ήθος που απέπνεε ως λειτουργός. Μετρημένες, ήρεμες, σοβαρές ιερατικές κινήσεις, εκφωνήσεις μελωδικές χωρίς υπερβολές και εκζήτηση, έκφραση που έδειχνε εσωτερικό βίωμα, ύφος που αποκάλυπτε την εσωτερική χαρά που τον πλημμύριζε κατά την ώρα του μυστηρίου. Αλλά μεγάλη του αγάπη ήταν και ο μοναχισμός. Μοναχός ο ίδιος, ο Νεκτάριος αγαπούσε με ένταση τα μοναστήρια και τη μοναστική ζωή, πράγμα που έδειξε με την ακοίμητη προσπάθειά του να ανακαινίσει όλες τις μονές της μητροπόλεώς του και να αναγεννήσει, στο μέτρο του εφικτού, τον μοναχισμό, έτσι ώστε τα μοναστήρια να ξαναγίνουν πόλος έλξης για χιλιάδες πιστών χριστιανών.Αλλά ο εκδημήσας Ιεράρχης ήταν και ο άνθρωπος της αγάπης, αυτός που στεκόταν με ανθρωπιά δίπλα στην καθημερινότητα του ποιμνίου του με εκκλησιαστικό και όχι με κοσμικό τρόπο. Σκοπός του ήταν να λύνει τα προβλήματα των ανθρώπων, όχι όμως με τον τρόπο των πολιτικών, αλλά να τους βοηθά με τον τρόπο της Εκκλησίας, πράγμα που μεταφράζεται ως προσπάθεια να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι, πέρα και πάνω από τα καθημερινά προβλήματα, υπάρχει η σωτηρία του ανθρώπου. Κι αυτό μόνο η Εκκλησία μπορούσε και μπορεί να το προσφέρει. Για τη λύση των τοπικών και εκκλησιαστικών προβλημάτων ο μητροπολίτης Νεκτάριος συνεργάστηκε επιτυχώς και με τους τοπικούς άρχοντες. Διότι, ενώ ήταν βαθιά εκκλησιαστικός, την ίδια στιγμή γνώριζε την τέχνη της διαπραγμάτευσης, ήξερε πώς και από πού να διεκδικήσει, για το καλό της Εκκλησίας και του λαού πάντοτε, ήταν δηλαδή ένας άνθρωπος της εποχής του. Αυτό σημαίνει πως ήταν παράλληλα παραδοσιακός και σύγχρονος, χωρίς το ένα να αντιστρατεύεται το άλλο. Στο πρόσωπό του συνταιριάζονταν αρμονικά ο παραδοσιακός, με την αυστηρή εμφάνιση Ιεράρχης και ο σύγχρονος, πολύ καλά πληροφορημένος για τα προβλήματα και τα ιδεολογικά και φιλοσοφικά ρεύματα του καιρού μας, άνθρωπος. Πατούσε γερά στην ελληνορθόδοξη παράδοση, αλλά το βλέμμα του διαπερνούσε και ερευνούσε τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ήταν ο Ιεράρχης με τους ανοιχτούς ορίζοντες, με την πνευματική ευρυχωρία, αυτός που έβλεπε την οικουμενική Εκκλησία, έμπεδος, ωστόσο, στην εκκλησιαστική παράδοση και σταθερά προσηλωμένος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο προέβαλλε και υπερασπιζόταν με όλες του τις δυνάμεις.
Πάνω από όλα, όμως, ο μακαριστός Ιεράρχης είχε την αρχοντιά της Ρωμιοσύνης, ήταν ένας άρχοντας, με όλη τη σημασία που έχει η λέξη. Άρχοντας στην εμφάνιση, άρχοντας στην ψυχή και στο ήθος. Αρχοντική καθ’ όλα η συμπεριφορά του, αρχοντικές οι κινήσεις του, αρχοντική η φιλοξενία του, αρχοντική η παρουσία του, αρχοντική η ευγένειά του. Και τούτο, διότι ο Νεκτάριος είχε ανεβεί σε υψηλές πνευματικές κορυφές, είχε προσεγγίσει το φως του Θεού, ήταν «ὅλος ὅλῳ ἀφιερωμένος Θεῷ». Απ’ αυτή την υψηλή σκοπιά θεωρούσε τον κόσμο και τα του κόσμου, ζώντας ταυτόχρονα εντός του κόσμου. Όταν, πριν από λίγο καιρό, τον επισκέφθηκα στη Μητρόπολη, για να του ευχηθώ «καλή ανάρρωση», με εντυπωσίασαν το θάρρος του, η πίστη του, ο τρόπος που αντιμετώπιζε την ασθένειά του: «-Η αρρώστια», μου είπε, «με έκανε καλύτερο άνθρωπο. Μου έδωσε την ευκαιρία να δω από άλλη σκοπιά τα πράγματα. Με βοήθησε να αγαπήσω περισσότερο το Θεό και τους ανθρώπους. Ο Θεός που μας έδωσε τα πάντα, ας κάμει και με μένα ό, τι θέλει. Γενηθήτω το θέλημά Του». Αληθινά, ιώβεια αντιμετώπιση!
«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος».Η προς Κύριον εκδημία του μητροπολίτου Νεκταρίου αποτελεί όντως μια μεγάλη απώλεια για την Εκκλησία και το λαό της Κρήτης. Σήμερα είμαστε όλοι φτωχότεροι. Το κενό που αφήνει είναι όντως δυσαναπλήρωτο. Ὀμως, αφού η βουλή του Θεού ήταν άλλη, ας πούμε το χρυσοστομικό: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν». Ο Θεός τον χάρισε στην Εκκλησία, ο Θεός τον πήρε κοντά Του. Όσοι τον γνωρίσαμε είναι σίγουρο ότι θα τον κρατήσουμε για πάντα στη μνήμη μας ως τον Ιεράρχη που, όντας «εἰς τύπον Χριστοῦ», ποίμανε το λαό του Θεού ορθοδόξως και αγαπητικώς. Θα θυμούμαστε τους λόγους του, το ιερατικό του ήθος, την αρχοντιά του, το χαμόγελό του, την ευγένειά του, την εργατικότητά του, το ελεύθερο φρόνημά του. Κι εκείνος από τον ουρανό, όπου βρίσκεται, θα εξακολουθεί να προσεύχεται για όλους μας, συμμετέχοντας εσαεί στην ουράνια Θ. Λειτουργία.
Ας είναι η μνήμη του αιώνια. ΑΜΗΝ.