Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου
Η φυλάκιση του Προδρόμου
Τότε ο βασιλιάς Ηρώδης, συνέλαβε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον έκλεισε στη φυλακή. Γιατί ο Ιωάννης τον ήλεγχε με τα κηρύγματα του, επειδή συζούσε παράνομα με την Ηρωδιάδα, την γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Αυτό ήταν μεγάλο σκάνδαλο για το λαό. Κανένας όμως δεν τολμούσε να ελέγξει το βασιλιά, αφού οι βασιλιάδες τότε είχαν εξουσία, ζωής και θανάτου επί των υπηκόων τους. Μόνο οι προφήτες μπορούσαν να τους ελέγξουν και πάντα με κίνδυνο της ζωής τους.
Ο Πρόδρομος όμως, που η συνείδηση του είχε αποκτήσει την καθαρότητα επίγειου αγγέλου και γνώριζε πόσο αυστηροί ήταν για το λαό οι νόμοι «περί μοιχείας», αγαπά το λαό και ελέγχει το βασιλιά για την αμαρτία του και για το σκανδαλισμό του λαού του. Ο βασιλιάς εκτιμούσε τον Ιωάννη και τον θεωρούσε μεγάλο προφήτη. Η Ηρωδιάδα όμως τον μισούσε θανάσιμα και έπεισε τον βασιλιά να τον φυλακίσει.
Όταν ο Ιησούς έμαθε πως συνέλαβαν τον Ιωάννη, έφυγε για τη Γαλιλαία. Εγκατέλειψε τη Ναζαρέτ και ήρθε και κατοίκησε στην Καπερναούμ, μια πόλη που βρίσκεται στην όχθη της λίμνης της Τιβεριάδος. Τότε άρχισε να κηρύττει και να λέει: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού».
Η κλήση των πρώτων μαθητών
Καθώς ο Χριστός περιπατούσε στην όχθη της λίμνης της Γαλιλαίας, είδε δυο αδέρφια, παιδιά του Ιωνά, τον Ανδρέα και τον Πέτρο, να ρίχνουν τα δίχτυα τους στη θάλασσα, γιατί ήταν ψαράδες. Ο Χριστός τους είπε: «Ακολουθείστε με και θα σας κάμω ψαράδες ανθρώπων». Κι αυτοί αμέσως αφήσανε τα δίχτυα και τον ακολούθησαν.
Προχωρώντας πιο πέρα είδε δύο άλλους αδελφούς, παιδιά του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Τους κάλεσε κι αυτούς κι αυτοί άφησαν αμέσως τον πατέρα τους και το πλοίο και τον ακολούθησαν. Την άλλη μέρα ο Ιησούς κάλεσε στον κύκλο των μαθητών του, τον Φίλιππο και τον Ναθαναήλ.
Ο Γάμος στην Κανά
Την τρίτη μέρα γινόταν ένα γάμος στην Κανά της Γαλιλαίας. Προσκάλεσαν και τον Ιησού με τους μαθητές του στον γάμο. Εκεί ήταν και η μητέρα του Ιησού. Κάποια στιγμή που τελείωσε το κρασί, η μητέρα του τού λέει: «Κρασί δεν έχουν». Ο Ιησούς της λέει: «Γιατί επεμβαίνεις στο δικό μου έργο; Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου». Η μητέρα του όμως, είπε στους υπηρέτες: «Να κάνετε ό,τι σας πει».
Εκεί βρίσκονταν 6 πέτρινες στάμνες που χωρούσαν η καθεμιά 80 έως 120 λίτρα. Τους λέει ο Ιησούς: «Γεμίσετε τις στάμνες με νερό». Τις γέμισαν ως επάνω. «Πάρετε τώρα» τους είπε «και φέρετε να δοκιμάσει ο αρχιτρίκλινος». Μόλις γεύτηκε ο αρχιτρίκλινος το νερό που είχε γίνει κρασί, χωρίς να ξέρει την προέλευση του, φωνάζει το γαμπρό και του λέει: «Όλοι οι άνθρωποι προσφέρουν πρώτα το καλό κρασί και όταν μεθύσουν, τους φέρνουν το δεύτερο. Εσύ όμως φύλαξες το καλό κρασί στο τέλος».Αυτή ήταν η αρχή των θαυμάτων του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας. Έτσι φανέρωσε τη δόξα του και πίστεψαν σ’ αυτόν οι μαθητές του.
Αυτό το πρώτο θαύμα του Ιησού, μας διδάσκει την ευλογία της ανθρώπινης ζωής, που στην προκειμένη περίπτωση, αρχίζει από το γάμο. Ο γάμος που ήταν ευλογημένος από το Θεό, από την ζωή των πρωτοπλάστων, ευλογείται και τώρα, στο χρόνο της σωτηρίας του ανθρώπου, από τον Χριστό. Συμβολίζει όμως και τη νέα πραγματικότητα που θα φέρει ο Χριστός στον κόσμο. Όλα θα αλλάξουν, όπως το νερό άλλαξε χρώμα, γεύση και ουσία κι έγινε κρασί.
Μας προκαλεί εντύπωση η στάση της Παναγίας, όταν διαπιστώνει πως τέλειωσε το κρασί. Φανερώνει το ενδιαφέρον της για τους συνανθρώπους της που είχαν το γάμο, αλλά και τον ιερό της πόθο, να φανερώσει τη θεότητα του ο Υιός και Θεός της. Δεν το ζητά βέβαια από επίδειξη, αλλά από ευλάβεια και αγάπη. Γι’ αυτό λέει στους υπηρέτες να κάμουν, ό,τι τους πει ο Χριστός.
Η απάντηση του Χριστού στη μητέρα του, «τι εμοί και συ γύναι», φαίνεται εκ πρώτης όψεως σκληρή, αλλά δεν είναι. Ο Χριστός της υπενθυμίζει, ότι εκείνη είναι άνθρωπος κι εκείνος Θεός. Την αναγνωρίζει ως μητέρα του και κάνει εκείνο που έμμεσα του ζητά. Αυτό φαίνεται από το θαύμα που ακολουθεί. Η μητέρα του είναι το πρόσωπο που έπαιξε τόσο σπουδαίο ρόλο, στην ιστορία της σωτηρίας.