Του Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη
Γεν. Αρχιερατικού Επιτρόπου
Ι. Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου
Ο
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Νεκτάριος τέλεσε τα εγκαίνια του ναού κι
εμείς συνεχίσαμε να τον χρησιμοποιούμε, ως δεύτερο ενοριακό ναό. Ξεχρεώσαμε τις
οφειλές μας και αρχίσαμε να εργαζόμαστε για την ανέγερση του κυρίως ναού.
Θυμάμαι τι είπα στα μέλη του Συμβουλίου και της Ερανικής Επιτροπής: «Χαιρόμαστε για τον ισόγειο ναό που
τελειώσαμε, αλλά πρέπει να ετοιμαστούμε για μεγαλύτερο αγώνα, αφού είναι σαν να
τοποθετούμε σήμερα, τον θεμέλιο λίθο ενός νέου ναού»
Πραγματικά οι
άνθρωποι εργάστηκαν με πρωτοφανή ζήλο, που πιστεύω ότι οφειλόταν στην
ενδυνάμωση του Θεού και στην ευλογία του Αγίου Αντωνίου. Τα χρηματικά ποσά ήταν
τεράστια για μας. Όλο λέγαμε, «κουράγιο»
γι’ αυτές τις εργασίες και μετά θα
σταματήσομε. Εγώ γνώριζα μια πικρή αλήθεια: Όταν τα έργα αυτά σταματούν, δύσκολα ξαναρχίζουν
και υπάρχει κίνδυνος να παραμείνουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ημιτελή.
Εξάλλου υπήρχε πάντοτε ο κίνδυνος φθοράς, των μέχρι τότε κατασκευών.
Δεν απελπίστηκα
και δεν περιήλθα σε αγχώδη αγωνία. Πάντα είχα την ελπίδα μου στο Θεό και πάντα
έβλεπα το χέρι του Αγίου Αντωνίου να μας ευλογεί. Είχα πει από την αρχή. «Αν το έργο μας το ευλογήσει ο Άγιος
Αντώνιος θα τελειώσει» Μια ευσεβής γυναίκα μου είπε: «Είναι δυνατόν ο Άγιος Αντώνιος να μη θέλει αυτό το ναό,
αφού θα είναι στη χάρη του;» Της απάντησα: «Ο Άγιος Αντώνιος έζησε σε μια σπηλιά, με απόλυτη νηστεία,
ταπείνωση, προσευχή και ακτημοσύνη.
Είχε κληρονομήσει από τους γονείς του τεράστιες περιουσίες, αξιόλογες για την
εποχή εκείνη. Τα μοίρασε όλα στους πτωχούς, έβαλε την αδελφή του σε μοναστήρι
και κατάφυγε στη μεγαλύτερη έρημο της αιγυπτιακής γης.
Στο τέλος της
ζωής του η μοναδική του περιουσία ήταν δυο πανωφόρια. Το ένα χάρισε στον Άγιο
Αθανάσιο και το άλλο στον επίσκοπο Σεραπίωνα. Ως προς τη νηστεία έλεγε: «έχω δυο ελιές. Αν φάω τη μια, πέφτω στο
αμάρτημα της υπερηφάνειας, ότι είμαι μεγάλος ασκητής. Αν φάω τις δυο, πέφτω στο
αμάρτημα της λαιμαργίας».
Ως προς την
προσευχή, προσευχότανε όλη τη νύχτα με υψωμένα τα χέρια στον ουρανό. Όταν
ανέτειλε ο ήλιος το πρωί, τον εύρισκε στην προσευχή και παραπονιότανε στον ήλιο
χαμογελαστός και έλεγε: «Ήλιε μου μη με
ταράζεις». Ως προς την ανεξικακία παραμέριζε στο δρόμο το μυρμηγκάκι να μην
το πατήσει και έλεγε: «Από τη
συμπεριφορά μας και την αγάπη μας στους συνανθρώπους μας εξαρτάται η
σωτηρία μας». Ως προς την ταπείνωση έλεγε: «Είδα
απλωμένες τις παγίδες του διαβόλου στη γη. Αναστέναξα και είπα. Πως θα σωθούμε
Κύριε. Και άκουσα φωνή: Με την
ταπεινοφροσύνη Αντώνιε».
Όταν τον κάλεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο
πανίσχυρος αυτοκράτορας -που τον εκτιμούσε πολύ- να πάει στην Κωνσταντινούπολη,
ρώτησε με ταπείνωση τον μαθητή του,
Ιωάννη τον απλό: «Να πάω στο κάλεσμα του
βασιλιά;» Κι εκείνος του απάντησε: «Αν πας θα λέγεσαι Αντώνιος. Αν δεν πας θα λέγεσαι αββάς (πατήρ) Αντώνιος».
Ο Άγιος Αντώνιος χάρηκε για την απάντηση του μαθητή του και δεν πήγε, παρότι τον αγαπούσε πολύ ο βασιλιάς.
Για
όλα αυτά και για τόσα άλλα που περιγράφει στο βίο του Αγίου Αντωνίου ο Μέγας Αθανάσιος,
είχα τον δισταγμό, αν θα ευλογούσε το ναό μας, ή αν θα τον θεωρούσε έργο κενοδοξίας. Σήμερα
πιστεύω, ότι για χάρη των ανθρώπων που θα βρίσκουν γαλήνη και σωτηρία σ’ αυτό
το ναό, τον ευλόγησε ο Άγιος Αντώνιος.
Γι’ αυτό τέλειωσε. Ήταν ένα θαύμα του
Αγίου Αντωνίου και ένα θαύμα της αγάπης των ανθρώπων στο Θεό.
Τον βλέπω
σήμερα και δακρύζω και ευγνωμονώ το Θεό και τον παρακαλώ να διαφυλάσσει όλους
τους δωρητές και ευεργέτες, όλους όσους εργάστηκαν και εργάζονται σ’ αυτόν κι
εκείνους που ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν να βοηθήσουν κι εκείνους που για διάφορους
λόγους δεν ήθελαν να βοηθήσουν. Ίσως η άρνηση τους να είχε εύλογες αιτίες στα μάτια του Θεού, που βλέπει
τις ανθρώπινες καρδιές και κατανοεί τους
ανθρώπινους πόνους.
Σήμερα
λειτουργεί τακτικά ο ναός, παράλληλα με το ναό του Αγίου Γεωργίου και είναι στη
διάθεση όλων των ανθρώπων, για τον εκκλησιασμό τους, για τη λατρεία του Θεού,
για τη συμμετοχή τους στα μυστήρια της εκκλησίας και στις υπόλοιπες εκκλησιαστικές
τελετές. Διαμορφώσαμε μια νέα αίθουσα,
κυρίως για ομιλίες και επεκτείναμε την τραπεζαρία, για την
εξυπηρέτηση περισσότερων ανθρώπων.
Πρέπει με
έμφαση να τονίσω, ότι η συμβολή, η συνεργασία, η συμπαράσταση του Μητροπολίτη μας
κ. Νεκταρίου από την αρχή της
ανεγέρσεως του ναού μέχρι σήμερα, υπήρξε καθοριστική. Δίκαια μπορούμε μαζί με
τους δωρητές του οικοπέδου, να τον συμπεριλάβομε, στους «Μεγάλους
Ευεργέτες» του ναού.
Συνεχίζεται...